του Δρος Θεοφ. Γραμμένου
Ι. Η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη του 16ου αιώνος
Το τέλος του Ευρωπαϊκού μεσαίωνος στα τέλη του 15ου μ.Χ. αιώνος, βρίσκει ιδιαίτερα το γερμανόφωνο τμήμα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας να αγωνίζεται να αποφύγει την διάλυσή του. Το βορειοανατολικό τμήμα της Γερμανίας βαρύνεται από οφειλές προς τον βασιλέα της Πολωνίας, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να προχωρήσει σε προσάρτηση μέρους των εδαφών αυτών. Η ομογένεια της Ευρώπης υφίσταται κραδασμούς από ισχυρά εθνικιστικά κινήματα με αποκορύφωμα την ισχυροποίηση της αυτονομίας του Γαλλικού και του Ισπανικού έθνους, ενώ η ενότητα της Χριστιανοσύνης στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας είναι ουσιαστικά ήδη de facto διερρηγμένη από τις πολιτικές διενέξεις μεταξύ των εκάστοτε Παπών και των αυτοκρατόρων και Ευγενών. Παράλληλα, στον στίβο της εσωτερικής πολιτικής εισέρχονται, ολοέν και πιο διεκδικητικά, μικρότερα πολιτικά μορφώματα αποτελούμενα κυρίως από τους ηγέτες των διαφόρων δουκάτων, πριγκηπάτων και ελευθέρων πόλεων, από τα οποία απαρτίζεται εκείνη την εποχή η Γερμανία. Οι μεταξύ τους διαμάχες εξασθενούν με την πάροδο του χρόνου και ο αυτοκράτωρ παρακολουθεί ουσιαστικά άπραγος την σταδιακή εξέλιξή τους σε μια, σχετικά ομοιόμορφη πολιτική δύναμη. Κορύφωση αυτής της εξέλιξης είναι η συγκρότηση, στα 1500 μ.Χ., ενός “Κρατικού Συμβουλίου” προεδρεύοντος του αυτοκράτορος, και αποτελουμένου από δύο εκπροσώπους της αυτοκρατορικής Αυλής και 17 εκπροσώπους των Ευγενών ηγετών. Ο αυτοκράτωρ Μαξιμιλιανός Α’, κατά την βασιλεία του οποίου (1493-1519) έλαβαν χώρα αυτές οι μεταρρυθμίσεις, έχει περάσει στην ιστορία ως ο τελευταίος ιππότης μεταξύ των γερμανών αυτοκρατόρων αλλά και ως ο μαικήνας των Ουμανιστών. Ωστόσο, διέλυσε το Συμβούλιο, το οποίο εξασφάλιζε στους Ευγενείς σημαντική πολιτική δύναμη, και προσπάθησε να διατηρήσει την εξουσία ως απόλυτος μονάρχης, φθάνοντας το 1513 στο σημείο, σε μια επιδιωκόμενη ενοποίηση Παπικής τιάρας και αυτοκρατορικού στέμματος, να διεκδικεί το αξίωμα του Πάπα. Ωστόσο, ο δυισμός στην εξουσία μεταξύ αυτοκράτορος και Ευγενών συνεχίστηκε ώστε το 1521, ο τότε αυτοκράτωρ Κάρολος Ε’ να έχει ο ίδιος το δικαίωμα έκδοσης Εδίκτων. Ας αναφέρουμε, επί παραδείγματι, το Έδικτο της Worms, με το οποίο ο Μαρτίνος Λούθηρος μπορούσε να διωχθεί και να φονευθεί δίχως να προηγηθεί οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία. Όμως, η υλοποίηση αυτού του Εδίκτου, το οποίον ουσιαστικά στόχευε στην παρεμπόδιση της διάδοσης των ιδεών της Μεταρρύθμισης, εξηρτάτο από την έγκριση και των Ευγενών, και επειδή το Συμβούλιο στο οποίο αυτοί συμμετείχαν, είχε καταργηθεί, η απόφαση της υλοποίησης αυτής παραπεμπόταν από Δίαιτα σε Δίαιτα. Στην Δίαιτα της Speyer το 1521, παρεχωρήθη στους Ευγενείς το δικαίωμα να αποφασίσουν οι ίδιοι για την υλοποίηση του Εδίκτου της Worms. Κατ’αυτόν τον τρόπο, δημιουργήθηκε το πλαίσιο εντός του οποίου κατόρθωσε να διαδοθεί και να επιβιώσει το ιστορικό και θεολογικό φαινόμενο της Μεταρρύθμισης.
ΙΙ. Το κίνημα του Ουμανισμού
Όπως θα δούμε και στην συνέχεια, ο Μελάγχθων έζησε από το 1497 ως το 1560 μ.Χ. Την εποχή αυτήν, η Ευρώπη γνωρίζει μια μεγάλη περίοδο μεταβολών γνωστή ως εποχή της Αναγέννησης, η οποία εκφράζεται μέσω μιας πρωτόγνωρης άνθησης των επιστημών, των τεχνών και των γραμμάτων γενικότερα, και η οποία θα σημαδέψει ανεξίτηλα την μεταγενέστερη πορεία της Ευρώπης και του Δυτικού πολιτισμού στο σύνολό του. Το πνευματικό κίνημα που ηγεμονεύει σε αυτήν την περίοδο ονομάζεται Ουμανισμός (Ανθρωπισμός) και έχει ως στόχο την ανάδειξη των καλύτερων ποιοτήτων της ανθρωπίνης συμπεριφοράς και δραστηριότητας μέσω της επιστροφής στην μελέτη της φιλοσοφίας της αρχαιότητας, στην σπουδή της κλασικής, αρχαίας ελληνικής και λατινικής φιλολογίας και στην εκμάθηση των αντιστοίχων γλωσσών, έρχεται αμέσως σε σύγκρουση με τα ιδεώδη της σχολαστικής φιλοσοφίας, η οποία δέσποζε ως τότε στις Ευρωπαϊκές πολιτιστικές κοιτίδες και είχε την πλήρη υποστήριξη της εκκλησίας.
Μεγάλες είναι οι πνευματικές μορφές που αναδεικνύονται από το κίνημα του Ουμανισμού, με σημαντικότερο εκπρόσωπο τον Έρασμο του Ρότερνταμ (1466-1536). Στην πρώτη του περίοδο, ο Ουμανισμός πορεύεται μαζί με την Μεταρρύθμιση, καθώς ο Έρασμος καλωσόρισε τις 95 θέσεις του Λουθήρου, οι οποίες απετέλεσαν το έναυσμα για την έναρξη του μεγαλειώδους αυτού θρησκευτικού εγχειρήματος. Ωστόσο, η κοινή αυτή πορεία διακόπτεται στα 1525, όταν ο Έρασμος διαφωνεί ριζικά με τον Λούθηρο επί του σημαντικού θέματος της ελευθερίας της βουλήσεως του ανθρώπου και της σχέσης της με το πρόβλημα της σωτηρίας, με αποτέλεσμα η πλειονότητα των Ουμανιστών να απομακρυνθεί και να διαχωρίσει την θέση της από την Μεταρρύθμιση. Αξίζει να αναφερθεί, ότι ανάμεσα στους Ουμανιστές ξεχώρισε εξ αρχής μια ομάδα, γνωστή ως “Βιβλικοί Ουμανιστές” με πλέον διακεκριμένους εκπροσώπους τους Γιόχαν Ρώυχλιν (Johannes Reuchlin) (1455-1522), Λορέντζο Βάλλα (Lorenzo Valla) και Ζάκ Λεφέβρ ντ’Εταπλ (Jacques Lefevre d’Etaples). Οι Βιβλικοί Ουμανιστές έδιναν ιδιαίτερη έμφαση, πέραν της αρχαίας ελληνικής και λατινικής παιδείας, στην μελέτη των αρχαίων Εβραϊκών και εν γένει του αρχαίου Εβραϊκού πολιτισμού. Ο Μελάγχθων επηρεάστηκε βαθύτατα από το κίνημα του Ουμανισμού, καθώς ο Ρώυχλιν, ο οποίος ήταν θείος του από την πλευρά της μητέρας του, υπήρξε δάσκαλός του.
Αυτό ήταν το ευρύτερο ανθρώπινο, πολιτιστικό, ιστορικό και θρησκευτικό πλαίσιο, στο οποίο έκανε την εμφάνισή του ο Φίλιππος Μελάγχθων.
ΙΙΙ. Τα παιδικά χρόνια του Μελάγχθονος
Ο Φίλιππος Σβάρτσερντ (Schwarzerdt) γεννήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 1497 στην μικρή πόλη Bretten του Μεγάλου Δουκάτου της Βάδης, περίπου 40 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Στουτγάρδης, ως ο μεγαλύτερος από πέντε αδέλφια, οι υπόλοιποι ήταν η Anna (1499), ο Georg (1500 ή 1501), η Margarete (1506), και η Barbara (1508). Ο μεγάλος Ουμανιστής Ρώυχλιν ο οποίος, όπως προαναφέραμε, ήταν θείος του, του έδωσε λίγα χρόνια αργότερα το όνομα “Μελάγχθων” (“Μαύρη γη”, στα γερμανικά : Σβάρτσερντ) το οποίο ο Φίλιππος διετήρησε και με το οποίο έγινε παγκοσμίως γνωστός. Όπως αναφέρει ο βιογράφος του Μελάγχθoνος Georg Urban (Georg Urban, Philipp Melanchthon, 1497-1560, Sein Leben, 1991, Melanchthonverein, Bretten), ο Ρώυχλιν είχε δηλώσει χαρακτηριστικά :
“Το όνομά σου είναι Σβάρτσερντ, είσαι ένας Έλληνας, και έτσι το όνομά σου θα είναι ελληνικό. Συνεπώς θα σε φωνάζω Μελάγχθων, που σημαίνει μαύρη γη”
Γιόχαν Ρώυχλιν, 5 Μαρτίου 1509
Ο πατέρας του Φιλίππου, Georg Schwarzerdt, ήταν οπλουργός του Εκλέκτορος της Σαξωνίας Φιλίππου, ενώ η μητέρα του Barbara Reuter, προερχόταν από οικογένεια μεγαλεμπόρων της εποχής. Όταν ο παππούς του Johann Reuter συνειδητοποίησε μαζί με τον Ρώυχλιν, ότι ο Φίλιππος είχε ιδιαίτερη έφεση στις αρχαίες γλώσσες, προσέλαβαν, στα 1504 ή 1505 τον καθηγητή Johannes Unger ώστε να του παρέχει εντατική διδασκαλία λατινικών κατ’οίκον. Έτσι από πολύ νωρίς, ο Μελάγχθων άρχισε να εξοικειώνεται σε βάθος με τον πολιτισμό της αρχαιότητας. Η δίψα του Φιλίππου για γνώση και η ρητορική ικανότητά του ήταν τέτοιες, ώστε στην ηλικία των επτά ετών, καθόταν δίπλα από το κεντρικό συντριβάνι της Bretten και άνοιγε συζητήσεις επί της λατινικής γλώσσας με διερχόμενους φοιτητές.
Δύο ημέρες πριν από τον θάνατο του πατέρα του, στα 1508, ο ενδεκαετής Μελάγχθων επισκέφθηκε συγγενείς του στην πόλη Speyer και σύντομα ενεγράφη σε ένα από τα καλύτερα σχολεία παροχής ουμανιστικών γνώσεων με έμφαση στη λατινική γλώσσα, της πόλης Pforzheim, στο οποίο είχε ήδη διδάξει για ένα μεγάλο διάστημα ο θείος του Ρώυχλιν. Ο Φίλιππος σύντομα έγινε ο πρώτος μαθητής, εντυπωσιάζοντας σε τέτοιο βαθμό τον διευθυντή του σχολείου Georg Simler καθώς και τον καθηγητή του των λατινικών Johannes Hiltebrandt, ώστε να του διδάξουν δωρεάν και κατ’ιδίαν επιπλέον αρχαία ελληνικά.
IV. Τα φοιτητικά χρόνια του Μελάγχθoνος
Στα 1509, ο Φίλιππος έγινε δεκτός από το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης σε ηλικία δώδεκα ετών (!!). Κατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων, ο Μελάγχθων έμενε στο σπίτι του θεολόγου Pallas Spangel, επεράτωσε δε τις βασικές πανεπιστημιακές σπουδές του στις αρχαίες γλώσσες, την φιλοσοφία και την φιλολογία στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα, και στις 10 Ιουνίου του 1511 του απενεμήθη ο τίτλος Baccalaureus artium. Τον επόμενο χρόνο, ο δωδεκαετής Φίλιππος επιθυμούσε σφοδρά να συνεχίσει με μεταπτυχιακές σπουδές, αλλά το συμβούλιο των καθηγητών του Πανεπιστημίου θεώρησε ότι την ηλικία του πολύ μικρή για κάτι τέτοιο και δεν έκανε δεκτή την αίτησή του. Έτσι, ο Μελάγχθων ενεγράφη στο Πανεπιστήμιο της Τυβίγγης όπου, εκτός των άλλων, ασχολήθηκε και με την ποίηση, την ιστορία και την αστρονομία. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών, τον Ιανουάριο του 1514, ο Φίλιππος Μελάγχθων έλαβε από την Φιλοσοφική Σχολή τον μεταπτυχιακό τίτλο του Magister, ο οποίος θα αντιστοιχούσε σήμερα στο γνωστό Master’s degree. Σχεδόν αμέσως μετά, η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Τυβίγγης τον ανεκήρυξε μέλος του διδακτικού προσωπικού της, αναθέτοντάς του την διδασκαλία των μαθημάτων της ρητορικής και της διαλεκτικής, γεγονός που απετέλεσε την έναρξη της πανεπιστημιακής του σταδιοδρομίας.
V. Ο Μελάγχθων ως Πανεπιστημιακός δάσκαλος
Ο Μελάγχθων είχε επηρεαστεί βαθύτατα από τις ιδέες του Ουμανισμού. Σε ηλικία 19 ετών η φήμη του είχε φτάσει σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες, ώστε ο ίδιος ο Έρασμος να δηλώσει στα 1516 (βλ. π.χ. Wilhelm Maurer, Der Junge Melanchthon zwischen Humanismus und Reformation, 1962, Vandenhoeck & Ruprecht) :
“Πόσο μεγάλη ελπίδα γεννά αυτός ο νέος, ή μάλλον αυτός ο έφηβος ! Τί καινοτόμος σκέψη, τι καθαρότητα γλώσσας, τι ώριμη πολυμάθεια !”
Το 1518, σε ηλικία 21 ετών, ο Μελάγχθων εξέδωσε το πρώτο του Πανεπιστημιακό σύγγραμμα “Περί της Γραμματικής της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας”, βιβλίο που διδασκόταν στα σχολεία έως τον 18ο αιώνα ! Ο κλάδος της θεολογίας τον άφηνε κατ’αρχήν ασυγκίνητο, ενώ ο ουμανισμός του εκδηλωνόταν με την τάση προς καθολική γνώση μέσω της εκπόνησης επιστημονικών ερευνητικών εργασιών, με αποτέλεσμα σύντομα να έλθει σε ρήξη με τους Σχολαστικούς φιλοσόφους της Τυβίγγης. Έτσι, ο θείος του Ρώυχλιν τον σύστησε στον Εκλέκτορα της Σαξωνίας Φρειδερίκο τον Σοφό για την δημιουργηθείσα στο νεότευκτο Πανεπιστήμιο της Βιττεμβέργης (ιδρυθέν το 1502) Έδρας της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας. Στις 28 Αυγούστου του 1518, ο Μελάγχθων εγκαινίασε την νέα του θέση δίνοντας την ονομαστή ομιλία με θέμα “Περί της αναμόρφωσης της διδασκαλίας της νεολαίας” (“Ueber die Umgestaltung des Jugendunterrichts”), στην οποία αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα της εν γένει μεταρρύθμισης των πανεπιστημιακών σπουδών και απαίτησε όλες οι επιστήμες να στηρίζονται στην βαθειά γλωσσική προπαιδεία. Την ομιλία αυτή παρακολούθησε και ο Μαρτίνος Λούθηρος (1483-1546), ο οποίος ενθουσιάστηκε σε τέτοιο βαθμό από το περιεχόμενό της ώστε απεφάσισε να παρακολουθεί σχεδόν συστηματικά τις παραδόσεις του Μελάγχθoνος. Μάλιστα, 3 μόλις ημέρες μετά την ομιλία του Μελάγχθoνος, στις 31 Αυγούστου του 1518, ο Λούθηρος γράφει σε μια επιστολή προς τον φίλο του Georg Spalatin, νομικό και υποστηρικτή της Μεταρρύθμισης :
“Την τέταρτη ημέρα από την άφιξή του, ο Φίλιππος έδωσε μια πολύ λόγια και γλαφυρή ομιλία, η οποία καταχειροκροτήθηκε και θαυμάστηκε από όλους σε τέτοιο βαθμό, ώστε δεν χρειάζεται να προσπαθήσεις καθόλου να μάς τον προβάλλεις περαιτέρω . . . είμαστε ευτυχείς και θαυμάζουμε τα χαρίσματά του και ευχαριστούμε τον γαληνότατο Πρίγκηπα αλλά και τις δικές σου υπηρεσίες . . . όσο παραμένει μαζί μας δεν επιθυμώ κανέναν άλλο δάσκαλο της Ελληνικής. Ένα μόνο φοβάμαι, μήπως, με την ευαίσθητη ιδιοσυγκρασία του, δεν κατορθώσει να αντέξει τον τρόπο ζωής στην περιοχή μας.”
Έτσι, μεταξύ του τριακονταπενταετούς Λουθήρου και του εικοσιενοσετούς Μελάγχθoνος, γεννήθηκε μια βαθειά φιλία και σχέση, η οποία εξελίχθηκε σε μια κοινή πορεία που προοριζόταν να χαράξει το μέλλον της θρησκευτικής Μεταρρύθμισης. Ο Μελάγχθων δίδασκε αρχαία ελληνικά στον Λούθηρο και παράλληλα μάθαινε από αυτόν τις διδασκαλίες της Αγίας Γραφής. Παρά την μεγάλη ηλικιακή διαφορά μεταξύ τους, ο Λούθηρος εκτιμούσε και αγαπούσε τον Μελάγχθoνα τόσο πολύ, ώστε να δηλώνει ευθαρσώς :
“Ευχαριστώ τον καλό μου Φίλιππο που μας διδάσκει ελληνικά. Είμαι μεγαλύτερός του, όμως αυτό δεν με εμποδίζει να μαθαίνω από αυτόν. Ομολογώ ανοικτά, ότι καταλαβαίνει περισσότερα από εμένα, και δεν ντρέπομαι γι’αυτό. Πιστεύω πολύ σε αυτόν τον νέο άνθρωπο και θα τον προστατεύσω όσο μπορώ”.
Αλλά και τα λόγια του Μελάγχθoνος είναι χαρακτηριστικά γι’αυτήν την βαθειά φιλία :
“Θα προτιμούσα να πεθάνω παρά να χωρίσω από αυτόν τον άνθρωπο”.
Το ενδιαφέρον του Μελάγχθoνος για τα θεολογικά προβλήματα της εποχής και ιδιαίτερα για την Αγία Γραφή ενισχυόταν ολοέν και περισσότερο, ώστε κάποτε ο Λούθηρος να αναφωνήσει :
“Αυτός ο μικρός Έλληνας θα με ξεπεράσει και στην Θεολογία”.
Τελικώς ο Μελάγχθων, όντας καθηγητής, ενεγράφη στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιττεμβέργης, της οποίας καθηγητής ήταν ο Λούθηρος, και στις 19 Σεπτεμβρίου του 1519 επεράτωσε τις θεολογικές σπουδές λαμβάνοντας τον πρώτο του θεολογικό τίτλο (Baccalaureus biblicus).
Τα αμφιθέατρα γέμιζαν ασφυκτικά όταν δίδασκε ο Μελάγχθων, ενώ ήταν μεγάλος ο αριθμός φοιτητών από άλλες πόλεις της Γερμανίας, οι οποίοι έρχονταν στην Βιττεμβέργη μόνο για να παρακολουθήσουν τις παραδόσεις του Μελάγχθoνος επί του Βιργιλίου, του Κικέρωνος, του Τερέντιου και του Λίβιου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το ακροατήριό του στο αμφιθέατρο υπερέβαινε τα 2000 άτομα ! Έτσι, η διοίκηση του Πανεπιστημίου απεφάσισε ότι έπρεπε να κρατήσει τον Μελάγχθονα πάση θυσία στο διδακτικό προσωπικό και προέβη σε προσπάθειες να τον οδηγήσει σε γάμο ήδη από το 1519. Επ’αυτού, ο Μελάγχθων σχολίασε χαρακτηριστικά (βλ. π.χ. Philipp Melanchthon, Glaube und Bildung, 1997, Reclam) :
“Μού εζητήθη να παντρευτώ επειδή κάτι τέτοιο θα βελτιώσει την προσωπική μου κατάσταση. Εάν εγνώριζα, πως ο γάμος δεν θα διατάρασσε την εργασία και την μελέτη μου, θα μπορούσα εύκολα να το αποφασίσω. Όμως, προς το παρόν, αυτό δεν θα συμβεί”.
Ωστόσο, η άποψή του αυτή μετεβλήθη και στις 25 Νοεμβρίου του 1520, ενυμφεύθη την συνομήλική του Katharina Krapp, κόρη του Δημάρχου της Βιττεμβέργης, Hieronymous Krapp, με την οποία απέκτησε δύο αγόρια και δύο κορίτσια (Anna 1522, Philipp 1525, Georg 1527, Magdalena 1533). Η οικογένεια του Μελάγχθoνος υπήρξε μια καθόλα ευτυχισμένη οικογένεια, και η τριακονταεπταετής οικογενειακή ζωή τους (η σύζυγός του απεβίωσε το 1557) σκιάστηκε μόνο από τον θάνατο του διετούς Georg, στα 1529.
Το 1526, ο Μελάγχθων αναγορεύθηκε σε καθηγητή της Θεολογίας, ενώ παράλληλα άρχισε την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του Πανεπιστημίου, η οποία ολοκληρώθηκε το 1536, δίνοντας ένα αποτέλεσμα που απετέλεσε πρότυπο για πολλά Πανεπιστήμια στην Γερμανία όχι μόνο εκείνην την εποχή, αλλά και για αιώνες αργότερα.
Κατά την διάρκεια της πανεπιστημιακής του σταδιοδρομίας, ο Μελάγχθων εργάστηκε και σε διοικητικό επίπεδο από την θέση του Πρύτανη του Πανεπιστημίου της Βιττεμβέργης στα 1523-24 και στα 1538, ενώ μεταξύ 1535-36 και 1546-48 υπηρέτησε ως κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής. Πέραν τούτων, ο Μελάγχθων καθιέρωσε, λειτουργώντας ως παιδαγωγός, τον θεσμό της επιθεώρησης, καθώς έβρισκε την άγνοια των δασκάλων, των καθηγητών, αλλά και των κληρικών, εξαιρετικά ενοχλητική. Έτσι, ανέπτυξε ένα ειδικό σύστημα οργανωτικής δομής και ένα καλώς ορισμένο πρόγραμμα σπουδών και κατευθυντηρίων γραμμών για τις εκκλησίες αλλά και τα σχολεία, με το οποίο η τοπική κυβέρνηση θα μπορούσε να επιθεωρεί και να ελέγχει τόσο την διοικητική, όσο και την θρησκευτική και ηθική ζωή των εκκλησιών στις ενορίες της Σαξωνίας. Οι κανόνες αυτοί είναι τεκμηριωμένοι στο έργο του “Διδασκαλία για Επιθεωρητές” (Unterricht der Visitatoren) που εξέδωσε στα 1528.

VI. Το έργο του Μελάγχθονος και η σχέση με τον Μαρτίνο Λούθηρο
Ήδη από το 1519, ο Μελάγχθων ήταν αποφασισμένος να υπερασπιστεί την Θεολογία της Μεταρρύθμισης. Τον Ιούνιο του έτους αυτού, συνόδευσε τον Λούθηρο και τον θεολόγο Αντρέας Κάρλστατ στην Λειψία, όπου θα συζητούσαν με έναν Ρωμαιοκαθολικό θεολόγο, απεσταλμένο του Πάπα, τον Δρ. Γιοχάνες Εκ. Ενώ ο ίδιος ο Μελάγχθων δεν συμμετείχε ενεργά στην συζήτηση, λέγεται πως καθόλην την διάρκειά της έγραφε μικρά σημειώματα με αποσπάσματα από την Αγία Γραφή, τα οποία έδινε στον Λούθηρο ώστε να αντικρούσει τα επιχειρήματα του Eck περί των πρωτείων του Πάπα, γεγονός που προκάλεσε μεγάλη σύγχιση και οδήγησε σε αντιφάσεις τον Eck. Σχολιάζοντας το περιστατικό, ο Λούθηρος έγραψε αργότερα :
“Ως καθηγητής, δεν υπάρχει τίποτα που να σέβομαι περισσότερο από τις συμβουλές του Φιλίππου. Η κρίση και η αυθεντία αυτού του ανθρώπου αξίζουν για μένα περισσότερο από όλους τους βρωμερούς Eck”.
Ο θαυμασμός του Λουθήρου για την ικανότητα του Μελάγχθονα όχι μόνο να κατέχει ουσιαστικά τα θεολογικά θέματα, αλλά και να τα παρουσιάζει με εξαιρετικά λεπτή και επακριβή φρασεολογία, διαφαίνεται χαρακτηριστικά και από ένα άλλο περιστατικό Μια ημέρα που ο Λούθηρος συνέτρωγε μαζί με κάποιους από τους φοιτητές του, πήρε ξαφνικά μια κιμωλία και έγραψε πάνω στο τραπέζι :
Res et verba Philippus,
verba sine res Erasmus,
res sine verbis Lutherus,
nec res nec verba Carolostadius.
δηλαδή, σε ελεύθερη μετάφραση, “ο Φίλιππος κατέχει την γνώση των πραγμάτων, βρίσκει δε και τα κατάλληλα λόγια, ο Έρασμος μπορεί να εκφράζεται με κομψό τρόπο, αλλά δεν κατανοεί τίποτε από τα πράγματα, ο Λούθηρος κάτι καταλαβαίνει περί των πραγμάτων, αλλά δεν εκφράζεται καλά, και ο Karlstadt ούτε καταλαβαίνει, ούτε εκφράζεται καλά” (Ο Andreas Bodenstein από την Karlstadt (1480-1541), διετέλεσε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βιττεμβέργης και συνεργάστηκε αρχικά με τον Λούθηρο, ο οποίος όμως απομακρύνθηκε στη συνέχεια από αυτόν λόγω των ακραίων αντιλήψεών του. Ο Κάρλστατ αναγκάστηκε τελικώς να εγκαταλείψει την Βιττεμβέργη και να εγκατασταθεί στην Ζυρίχη.). Ο Μελάγχθων έτυχε να περάσει από το τραπέζι τους εκείνην τη στιγμή, και σχολίασε τα γραφόμενα λέγοντας πως ό,τι εγράφη περί του Εράσμου και του Karlstadt είναι σωστά, αλλά ό,τι αναφερόταν στον ίδιο ήταν υπερβολικό, ενώ θα έπρεπε κανείς να αναγνωρίσει και την έξοχη γλωσσική ικανότητα του Λουθήρου. (βλ. Philipp Melanchthon, Glaube und Bilfung, ο.π.).
Ένα από τα μεγαλύτερα έργα του Μελάγχθονος ήταν να πείσει τον Λούθηρο να προχωρήσει στην μετάφραση της Αγίας Γραφής από τα λατινικά στα γερμανικά. Έτσι, όταν το 1521 και μετά από παράκληση του Πρίγκηπα της πόλης Βαρτμπουργκ, ο Λούθηρος παρέμεινε στον κάστρο της για λόγους προσωπικής ασφάλειας (λόγω της δίωξής του από τον αυτοκράτορα μετά από την Δίαιτα της Βορμς), άρχισε την μετάφραση την οποία συνέχισε και το επόμενο έτος. Με την επιστροφή του στην Βιττεμβέργη την άνοιξη του 1522, ολοκλήρωσε το έργο αυτό με την βοήθεια και τις υποδείξεις του Μελάγχθονος. Αυτή η απόδοση της Αγίας Γραφής στα γερμανικά από τον Λούθηρο χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα από την Ευαγγελική Εκκλησία της Γερμανίας (EKD), με ορισμένες γλωσσικές προσαρμογές στην σύγχρονη γερμανική γλώσσα, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 1984.
Το διάστημα αυτό, ο Μελάγχθων ανέλαβε τις παραδόσεις του Λουθήρου επί της Αγίας Γραφής στο Πανεπιστήμιο της Βιττεμβέργης και τούτο απετέλεσε την αρχή μιας εξαιρετικά γόνιμης περιόδου γι’αυτόν. Πράγματι, το 1521, ο Μελάγχθων εξέδωσε ένα από τα σπουδαιότερα έργα του, το “Loci Communes rerum theologicarum” (Κοινοί Τόποι των θεολογικών πραγμάτων), το οποίο αποτελεί την πρώτη μεθοδική σύνοψη της Ευαγγελικής δογματικής διδασκαλίας. Μόνο μεταξύ των ετών 1521 και 1525, το βιβλίο αυτό γνώρισε 17 εκδόσεις. Ο Λούθηρος ενθουσιάστηκε με το έργο αυτό, το οποίο και επρότεινε στην συνέχεια ως ένα από τα ουσιαστικά αναγνώσματα για την κατανόηση της Μεταρρυθμισμένης Θεολογίας.
Στα 1525, ο νέος Εκλέκτωρ, ο Ιωάννης ο Σταθερός, απήλλαξε τον Μελάγχθονα από συγκεκριμμένα διδακτικά καθήκοντα, παρέχοντάς του έτσι το δικαίωμα να διδάσκει όποιο μάθημα επιθυμούσε. Βασιζόμενος στις παραδόσεις του επί των ηθικών και πολιτικών αρχών του Αριστοτέλη και του Κικέρωνος (τις οποίες έδωσε στο Πανεπιστήμιο κατά την περίοδο 1529-1532), ο Μελάγχθων εξέδωσε στα 1538 το δικό του σύστημα ηθικής, το οποίο γνώρισε και μια αναθεωρημένη έκδοση το 1550. Στα 1537 συγγράφει την “Πραγματεία περί της Εξουσίας και των Πρωτείων του Πάπα”, ενώ το 1540, δημοσιεύει το πρώτο μέρος των μαθημάτων του επί της ανθρώπινης ύπαρξης με τίτλο De Anima (ολοκληρωμένη έκδοση στα 1553). Το ίδιο έτος δημοσιεύει το εκτενές έργο “Catechesis puerilis” (Κατήχηση των παίδων), το οποίον αναφέρεται στη θρησκευτική διαπαιδαγώγηση στην παιδική ηλικία και περιέχει μια εισαγωγή στη σημασία της κατήχησης και μια εκτενή παρουσίαση του θέματος, 200 σελίδων, όπου ο Μελάγχθων εξετάζει τις σχέσεις μεταξύ του νόμου-ευαγγελίου, της δικαίωσης, των καλών έργων και των μυστηρίων. Η θρησκευτική διαπαιδαγώγηση διαπερνά ολόκληρο σχεδόν το έργο του Μελάγχθονος που προτείνει θεολογικά κείμενα ως βάση για γλωσσολογικές ασκήσεις, ενώ η θεολογική διάσταση που ενυπάρχει, κατά την άποψή του, σε όλα τα λογοτεχνικά και φιλοσοφικά κείμενα, έχει ως αποτέλεσμα η μελέτη τέτοιων κειμένων να διαθέτει και προπαιδευτικό, υπό θεολογική έννοια, χαρακτήρα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Μελάγχθων προτείνει, τα παιδιά να μαθαίνουν γραφή και ανάγνωση μέσω της μελέτης του Πάτερημών, της Ομολογίας Πίστεως και διαφόρων προσευχών. Οι ενήλικες οφείλουν να αφιερώνουν στην Χριστιανική διαπαιδαγώγηση μια ολόκληρη ημέρα, ενώ ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δίδεται στην αποστήθιση του “Πάτερ ημών”, της Ομολογίας Πίστεως και των δέκα εντολών της Παλαιάς Διαθήκης. Ο διδάσκων οφείλει να προετοιμάζει ενδελεχώς τα κείμενα αυτά. Επίσης πρέπει να διδάσκονται και να αποστηθίζονται ψαλμοί, ενώ το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο να αναλύεται τόσο από γλωσσολογικής, όσο και από ερμηνευτκής άποψης. Πέραν αυτών, πρέπει να διδάσκονται και άλλα βιβλία της Αγίας Γραφής.
Το 1549, εξέδωσε ένα έργο επί θεμάτων φυσικής, στο οποίο εξέφραζε την άποψή του αναφορικά με την Κοπερνίκειο κοσμοθεώρηση. Επίσης εξέδωσε μια βιογραφία του Λουθήρου, ο οποίος είχε αποβιώσει στις 16 Φεβρουαρίου του 1546, με τίτλο “Η Ιστορία της Ζωής και των Πράξεων του Λουθήρου”. Συνέγραψε επίσης σχόλια επί των βιβλίων της Καινής Διαθήκης: το 1527 επί της Επιστολής προς Κολοσσαείς και την περίοδο μεταξύ 1529 και 1556 επί της Επιστολής προς Ρωμαίους.
Για τον Μελάγχθονα, η επιστήμη δεν αποτελούσε δικαίωμα, αλλά καθήκον. Όμως ήταν αντίθετος σε κάθε είδους ακατανόητο διανοουμενισμό, ενώ πίστευε ακράδαντα πως μάθηση σημαίνει προ πάντων μετάδοση της γνώσης: “Το κατά πόσον έχω κατανοήσει κάτι, φαίνεται από το κατά πόσον είμαι ικανός, αυτό που έχω μάθει, να το μεταδώσω και στους άλλους. Και πρέπει να το καταλάβουμε: δεν πρόκειται μόνο για ζήτημα ευγένειας, αλλά αποτελεί έκφραση της επιθυμίας να συνομιλήσουμε με τον άλλο άνθρωπο, να τον δούμε με σοβαρότητα, να τον αντιμετωπίσουμε ως εν Χριστώ αδελφή και αδελφό”.
Ο Μελάγχθων είναι γνωστός στην Γερμανία ως ο “Δάσκαλος της Γερμανίας” (Praeceptor Germaniae), τίτλος ο οποίος του απενεμήθη ενόσω ήταν ακόμη εν ζωή, για την μεγάλη του συνεισφορά στην πνευματική ζωή της χώρας αυτής. Όμως η επίδραση του έργου του υπερέβη κατά πολύ τα σύνορα της Γερμανίας. Η αρμονική σύνδεση του Ουμανισμού με την Χριστιανική διδασκαλία υπήρξε το μεγάλο του δημιούργημα.
VII. Η Αυγουστιαία Ομολογία
Κατά τα τέλη του 1529, ο αυτοκράτωρ Κάρολος Ε~, έχοντας ήδη συνάψει ειρήνη με την Γαλλία, απεφάσισε, με στόχο την οριστική επίλυση των προβλημάτων της πίστεως, να συγκαλέσει για το επόμενο έτος μια Δίαιτα στην πόλη Αουγκσμπουργκ της Βαυαρίας, όπου θα εκαλούντο εκπρόσωποι τόσο του Πάπα όσο και των Μεταρρυθμιστών για να παρουσιάσουν τις θέσεις τους. Πράγματι, η Δίαιτα του Αουγκσμπουργκ ξεκίνησε τις εργασίες της στις 20 Ιουνίου του 1530, και καθώς το Έδικτο της Βορμς ήταν ακόμη εν ισχύι, ο διωκόμενος Λούθηρος παρέμεινε στο κάστρο της πόλης Κόμπουργκ της Φρανκωνίας αναθέτοντας την εκπροσώπησή του στον Μελάγχθονα. Εκεί, στις 25 Ιουνίου του 1530, ο Φίλιππος κατέθεσε την γνωστή ως Αυγουστιαία Ομολογία (Confessio Augustana). (για τα ιστορικά γεγονότα της Δίαιτας της Augsburg, βλ. και Γ.Α.Χατζηαντωνίου, Η Θρησκευτική Μεταρρύθμιση του 16ου Αιώνα, 1995, Εκδ.Λόγος) Η Αυγουστιαία Ομολογία, η οποία αποτελεί την πρώτη συγκροτημένη Ομολογία Πίστεως της Μεταρρυθμισμένης Θεολογίας, περιλαμβάνει 28 Άρθρα αναφορικά κυρίως με δογματικά θέματα, αλλά και με ζητήματα οργάνωσης και δομής της εκκλησίας και με κανόνες για την ζωή των κληρικών, παρουσιάστηκε δε διατυπωμένη τόσο στα λατινικά όσο και στα γερμανικά, ενώ ανεγνώσθη από τον Μελάγχθονα ενώπιον του αυτοκράτορος και των υπολοίπων συνέδρων μόνο στα γερμανικά. Η εντύπωση που έκανε το κείμενο στους εκπροσώπους της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας υπήρξε πολύ μεγάλη και ένας από αυτούς, ο δούκας Γουλιέλμος της Βαυαρίας ανεφώνησε : “Απ’ότι ακούω λοιπόν, οι Λουθηρανοί βρίσκονται στο εσωτερκό της Γραφής και εμείς στεκόμαστε δίπλα της” (βλ. π.χ. Ernst Busch, Evangelium und Kirche, 1967, Moritz Diesterweg Verlag). Το κείμενο της Ομολογίας διακρίνεται από το πράο και συμφιλιωτικό πνεύμα του Μελάγχθονος, ο οποίος είχε καταβάλει ιδιαίτερη προσπάθεια να τονίσει τα κοινά χαρακτηριστικά και όχι τις διαφορές της πίστεως. Έτσι, τα πρώτα 21 άρθρα αναφέρονται σε θεμελειώδεις θεολογικές αρχές, αναμφισβήτητα αποδεκτές τόσο από τους Καθολικούς όσο και από τους Διαμαρτυρόμενους και μόνο τα υπόλοιπα επτά άρθρα ομιλούν περί των διαφορετικών προσεγγίσεων. Η ανάγνωση της Ομολογίας οδηγεί ανεπιφύλακτα στο συμπέρασμα πως ο Μελάγχθων κατέβαλλε μια ύστατη προσπάθεια διαφύλαξης της ενότητας της εκκλησίας, γεγονός που ανακύπτει μεταξύ άλλων και από τις συχνές αναφορές σε Πατέρες της εκκλησίας όπως ο Αυγουστίνος, ο Αμβρόσιος κ.α. Είναι σαφές, πως ο Μελάγχθων επιθυμούσε με τα επιχειρήματά του να μεταπείσει την άλλη πλευρά, και όχι να προωθήσει την ρήξη. Ο Λούθηρος έγραψε αργότερα, ότι ο ίδιος δεν θα μπορούσε “να βαδίσει τόσο απαλά και αθόρυβα, . . . (αλλά ήταν ευτυχής) που έζησε μέχρι εκείνη την ώρα, στην οποία ο Χριστός ομολογήθηκε από τους πολυάρθμους πιστούς του σε μια τόσο μεγάλη συγκέντρωση μέσω μιας πραγματικά ωραίας ομολογίας”.
Ο αυτοκράτωρ ανέθεσε αμέσως σε μια ομάδα παπικών θεολόγων υπό την καθοδήγηση του γνωστού Δρ. Eck την αντίκρουση (Confutatio) της Ομολογίας. Όταν ανεγνώσθη στην Δίαιτα και αυτό το κείμενο, ο Κάρολος Ε~, ανεκοίνωσε με αλαζονία στους συνέδρους πως οι θέσεις της Μεταρρύθμισης είχαν πλέον καταρριφθεί, γεγονός που οδήγησε τον Μελάγχθονα να συντάξει ευθύς αμέσως ένα κείμενο υπέρ της Ομολογίας, την “Απολογία της Αυγουστιαίας Ομολογίας”. Ωστόσο, η καθολική εκκλησία και ο αυτοκράτωρ είχαν αποφασίσει την ολοκληρωτική ρήξη με τους Μεταρρυθμιστές και η Δίαιτα της Augsburg έκλεισε τις εργασίες της με αποφάσεις (νέα Έδικτα), οι οποίες ουσιαστικά απαγόρευαν οποιαδήποτε γνώμη θα αμφισβητούσε το αλάθητο του Πάπα, ενώ παράλληλα συστηματοποιούσαν τον απηνή διωγμό τόσο των ηγετών όσο και των απλών οπαδών της Μεταρρύθμισης.
VIII. Η σχέση του Μελάγχθονος με την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία
Ήδη από το 1519, στην αναμέτρησή του με τον Johannes Eck, ο Λούθηρος είχε επικαλεστεί ως σύμμαχό του την Ανατολική Εκκλησία, μιλώντας επαινετικά γι’αυτήν και τονίζοντας ότι η Ανατολική Εκκλησία είχε απορρίψει προ πολλού τα Παπικά πρωτεία στην άσκηση εξουσίας. Έτσι, όταν ο διάκονος Δημήτριος Μυσός ο Θεσσαλονικεύς επισκέφθηκε την Wittenberg το 1559 κατ’εντολήν του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάσαφ Β~, με σκοπό να εξετάσει από κοντά το κίνημα της Μεταρρύθμισης, ο Μελάγχθων πήρε την πρωτοβουλία να έλθει σε επαφή μαζί του. Κατά την επιστροφή του στο Πατριαρχείο, ο Μυσός μετέφερε επιστολή του Μελάγχθονος προς τον Πατριάρχη συνοδευόμενη από την Αυγουστιαία Ομολογία (βλ. Ν. Ματσούκας, Ο Προτεσταντισμός, 1995, Εκδ. Πουρνάρα, Θεσ/νίκη). Δυστυχώς δεν είναι γνωστό ποιά ήταν (αν υπήρξε) απάντηση του Πατριάρχη ή ποιές υπήρξαν οι αντιδράσεις του στην επιστολή του Μελάγχθονος. Κατά τα φαινόμενα (ο.π.), η αναφορά του Μυσού περί της Μεταρρύθμισης θα πρέπει να ήταν αρνητική, ενώ και οι θεολόγοι του Πατριαρχείου δεν θα πρέπει να ικανοποιήθηκαν ιδιαίτερα από το περιεχόμενο της Αυγουστιαίας Ομολογίας, καθώς το κείμενο αμφισβητούσε εν γένει κάθε είδους καταχρηστική συμπεριφορά εκ μέρους ιεραρχών και κληρικών. Πάντως, οφείλουμε να σημειώσουμε, ότι το 1573, 13 χρόνια μετά τον θάνατο του Μελάγχθονος, υπήρξε μια ακόμη προσπάθεια εκ μέρους των Μεταρρυθμιστών να έλθουν σε επαφή με το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως (ο.π.). Για μια ακόμη φορά παρεδόθη στον τότε Πατριάρχη Ιερεμία Β~ η Αυγουστιαία Ομολογία, αλλά η απάντηση ήταν και πάλι αρνητική και μάλιστα εδόθη πριν την παραλαβή (!) της Ομολογίας και άλλων συνοδευτικών κειμένων. Το Πατριαρχείο καλούσε τους Μεταρρυθμιστές σε μια άνευ όρων επιστροφή στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία. (βλ. π.χ. Ιωάννης Καρμίρης, Ορθοδοξία και Προτεσταντισμός, τόμ. Α~, 1937, Αθήναι)
IX. Τα τελευταία χρόνια του Μελάγχθονος
Ο θάνατος του Λούθηρου στις 18 Φεβρουαρίου του 1546, του οποίου την νεκρολογία ανέγνωσε ο Μελάγχθων στις 22 Φεβρουαρίου 1546, απετέλεσε ένα μεγάλο πλήγμα για τον Μελάγχθονα. Παράλληλα οι δυσκολίες αλλά και οι υποχρεώσεις για τον Μελάγχθονα πολλαπλασιάζονται. Όπως είπε ο ίδιος λίγο μόνο διάστημα μετά τον θάνατο του Λούθηρου:
“Αφότου ο Λούθηρος έφυγε από αυτήν την θνητή ζωή, εκτός από τον πόνο απέκτησα ακόμη περισσότερες έγνοιες και εργασίες”.
Κατά την διάρκεια του Πολέμου της Σμαλκάλδης (1546-1547) μεταξύ του αυτοκράτορος και των Μεταρρυθμιστών, ενός πολέμου που ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα των αποφάσεων της Δίαιτας της Augsburg και κατά τον οποίο οι ηγεμόνες που υπεστήριζαν την Μεταρρύθμιση ηττήθησαν, η οικογένεια του Φιλίππου αναγκάζεται να διαφύγει στην βόρειο Γερμανία. Ο ίδιος ο Μελάγχθων επιστρέφει μετά το τέλος του πολέμου στην Wittenberg και επανακτά, αν και με δυσκολία, την θέση του στο Πανεπιστήμιο. Στα επόμενα χρόνια, ο Μελάγχθων δραστηριοποείται και στον χώρο της πολιτικής φοβούμενος ένα αβέβαιο μέλλον και με στόχο να αποτρέψει κάθε περαιτέρω ένοπλη σύγκρουση. Στις 27 Οκτωβρίου 1557, και ενώ ο Μελάγχθων βρίσκεται στην πόλη Worms κατ’εντολήν του Εκλέκτορος Αυγούστου, πληροφορείται τον θάνατο της συζύγου του. Η μεγάλη θλίψη και η καταπόνηση και εξάντληση του οργανισμού του σε συνδυασμό με την απογοήτευση του Φιλίππου από τις κατηγορίες που εκτοξεύονται εναντίον του από ένα μέρος των οπαδών του Λουθήρου, επειδή επιδιώκει την συμφιλίωση και την ενότητα τόσο μεταξύ όλων των αποχρώσεων της Μεταρρύθμισης, όσο και με την Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση μιας σειράς ασθενειών για τον Φίλιππο. Οι εντάσεις μεταξύ των ακραιφνών οπαδών του Λουθήρου και των οπαδών του Μελάγχθονος οδηγούν στην συγκρότηση από τους τελευταίους ενός κινήματος, γνωστού ως “Φιλιππισμός”. Μετά τον θάνατο του Μελάγχθονος, οι οπαδοί του κινήματος αυτού προσεχώρησαν ή απερροφήθησαν από τον Καλβινισμό.
Ο Μελάγχθων έδωσε την τελευταία του παράδοση στο Πανεπιστήμιο της Wittenberg, στις 11 Απριλίου 1560. Η κλονισμένη του υγεία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατό του σε ηλικία 63 ετών, στις 19 Απριλίου 1560. Ετάφη στο έδαφος της εκκλησίας του κάστρου της Wittenberg, ακριβώς δίπλα από τον Μαρτίνο Λούθηρο * στον τάφο είναι σκαλισμένο στα λατινικά το εξής κείμενο :
“Εδώ αναπαύεται το σώμα του πλέον αξιοσέβαστου Φιλίππου Μελάγχθονος, ο οποίος απεβίωσε σε αυτήν την πόλη στις 19 Απριλίου του έτους 1560, αφού έζησε 63 χρόνια, 2 μήνες και 2 ημέρες”. Στα πράγματά του ανευρέθη λίγο αργότερα ένα σημείωμα, στο οποίο αναφέρονταν, μεταξύ άλλων, και τα εξής : “Θα λυτρωθείς από την αμαρτία, από τις έγνοιες και από την οργή των θεολόγων (liberaberis ab aerumnis et a rabie theologorum). Θα έλθεις στο φως, θα αντικρύσεις τον Θεό και τον Υιό Του, θα γνωρίσεις τα θαυμαστά μυστικά, τα οποία δεν μπόρεσες να κατανοήσεις σε αυτήν τη ζωή : Γιατί είμαστε πλασμένοι έτσι και όχι αλλιώς, και σε τί έγκειται η εν Χριστώ ένωση των δύο φύσεων.” Εάν είχε ερωτηθεί ο ίδιος ο Μελάγχθων, ίσως να ζητούσε ως επιγραφή στον τάφο του την αγαπημένη του φράση, την οποία χρησιμοποιούσε τόσο συχνά στις ομιλίες του ώστε να παραμείνει στην ιστορία ως το προσωπικό του σύνθημα : “Εάν ο Θεός είναι υπέρ ημών, τίς θέλει είσθαι καθ’ημών;” (Ρωμ. η~:31).
X. Ομιλία (1546) του Μελάγχθονος προς τους φοιτητές του Πανεπιστημίου της Wittenberg επί τω θανάτω του Μαρτίνου Λούθηρου,
“Ευγενεστάτη νεολαία,
όπως γνωρίζετε, έχομε αποφασίσει να παραδώσωμε μια κριτική παρουσίαση της προς Ρωμαίους Επιστολής, εις την οποίαν περιέχεται το αληθινό δόγμα του Υιού του Θεού, το οποίον μάς απεκάλυψε αυτήν την εποχή, κατά ένα ιδιαίτερο έλεος, ο Ουράνιος Πατέρας μας μέσω του σεβαστού πατέρα και διδασκάλου μας, Δρος Μαρτίνου Λούθηρου.
Όμως αλλοίμονο ! Η σκιά της θλίψης που κάλυψε τούτα τα γραπτά είναι τόσο μεγάλη και αυξάνει τόσο τον πόνο μου, ώστε δεν γνωρίζω κατά πόσον, μετά από αυτό το γεγονός, θα είμαι εις θέση να συνεχίσω την μελέτη τους στην Σχολή μας. Εν τούτοις, επιθυμώ έντονα, και κατά παράκληση των φίλων μου στο Πανεπιστήμιο ώστε να αποκτήσετε την ορθή εικόνα των περιστάσεων που συνοδεύουν τον θάνατο του Λούθηρου, να σας υπενθυμίσω τα κάτωθι, ώστε να μην συντηρήσετε και πολύ περισσότερο να μην διαδόσετε φήμες οι οποίες, όπως συμβαίνει τόσο συχνά, θα κυκλοφορούν πιθανότατα ήδη στην κοινωνία.
Στις 17 Φεβρουαρίου και λίγο πριν το δείπνο, ο Δάσκαλός μας υπέστη μια κρίση από την γνωστή πάθησή του (Στμ.: έλκος στομάχου), γεγονός το οποίον, όπως ενθυμούμαι, είχε συμβεί αρκετές φορές και στο παρελθόν. Μετά το πέρας του δείπνου, η διαταραχή επανελήφθη και ο Δάσκαλος ζήτησε την άδεια να αποσυρθεί σε ένα διπλανό δωμάτιο, όπου ξάπλωσε επί δύο περίπου ώρες, έως ότου οι πόνοι εντάθηκαν. Τότε ο Δρ. Μαρτίνος κάλεσε βιαστικά τον Δρ. Jonas, ο οποίος κοιμόταν στο ίδιο δωμάτιο με εκείνον, και τού ζήτησε να σηκωθεί και να δώσει εντολές στον Αμβρόσιο, τον υπηρέτη που φρόντιζε τα παιδιά, σχετικά με την θέρμανση του δωματίου. Και αφού απεσύρθη στο δωμάτιο, έφτασαν ο Albert, ο επιφανής Κόμης του Mansfeldt μαζί με την Κόμισσα, και πολλοί άλλοι, των οποίων θα παραλείψω τα ονόματα χάριν συντομίας. Τελικώς, όταν αντελήφθη ότι το τέλος της ζωής του πλησίαζε, δηλαδή πριν από την τέταρτη ώρα της επομένης ημέρας, της 18ης Φεβρουαρίου, παρέδωσε εαυτόν στον Θεό με την ακόλουθη προσευχή :
“Ουράνιε Πατέρα, αιώνιε και σπλαχνικέ Θεέ ! Εσύ μού απεκάλυψες τον αγαπημένο Σου Υιό, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, Τον οποίο γνώρισα, Τον οποίο ανακήρυξα Κύριό μου, Τον οποίο αγαπώ και τιμώ ως τον πολύτιμο Σωτήρα και Λυτρωτή μου, Τον οποίο οι άθεοι διώκουν, ατιμάζουν και βλασφημούν. Εσύ λάβε την ψυχή μου”.
Στη συνέχεια επανέλαβε τρείς φορές τα κάτωθι λόγια (Στμ.: είναι η μόνη φράση που ελέχθη στα λατινικά, “in manus tuas commendo spiritum meum, redemisti me Deus veritatis) :
“Εις χείρας Σου παραδίδω το πνεύμα μου, Εσύ με λύτρωσες ω Θεέ της αλήθειας ! Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.”
Εν μέσω αυτών των προσευχών, τις οποίες επανέλαβε αρκετές φορές, εκλήθη από τον Θεό στην αιώνια συνάθροιση και στην παντοτινή μακαριότητα, μαζί με την οποία βρίσκεται τώρα απολαμβάνοντας την παρουσία του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, καθώς και όλων των προφητών και των αποστόλων.
Αλλοίμονον για το άρμα και τους ιππείς του Ισραήλ! Ο Ηλίας μας, εκείνος που οδήγησε και κυβέρνησε την εκκλησία σε αυτόν τον φθαρμένο κόσμο, δεν υπάρχει πιά. Η ανθρώπινη οξύνοια δεν θα μπορούσε να έχει ανακαλύψει τα δόγματα περί της άφεσης των αμαρτιών και περί της πίστης εις τον Υιόν του Θεού, όμως Εκείνος θέλησε να τα αποκαλύψει σε μάς μέσω του υπηρέτη Του, τον οποίο, όπως βλέπουμε, πήρε μαζί Του.
Ας τιμήσουμε λοιπόν την μνήμη του μαζί με το ιδιαίτερο δόγμα που μας παρέδωσε, και ας είμαστε ταπεινοί εν πνεύματι σκεπτόμενοι τις μεγάλες συμφορές και τις βαθειές αλλαγές, οι οποίες πιθανότατα θα ακολουθήσουν το γεγονός αυτού του θανάτου.
Σε ικετεύω, ω Υιέ του Θεού ! Εσύ που σταυρώθηκες για μας και τώρα έχεις αναστηθεί, ω Εμμανουήλ, κυβέρνησε, διατήρησε και υπερασπίσου την Εκκλησία Σου. Αμήν. ”
Περαιτέρω ειδική βιβλιογραφία
1. J. W. Richard. Philipp Melanchthon, the Protestant Preceptor of Germany, Ayer Comp. Publ.
2. S. Kusukawa, The Transformation of Natural Philosophy : The Case of Philipp Melanchthon, Cambridge University Press.
3. E. P. Meijering, Melanchthon and Patristic Thought, 1983, Brill Verlag.
4.. M. Beyer & G. Wartenberg, Humanismus und Wittenberger Reformation, 1997, Evangelische Verlagsanstalt, Leipzig.
5. S. .Rhein (ed.), Philipp Melanchthon, Drei Kastanien Verlag, Wittenberg.
6. H. R. Schwab, Philipp Melanchthon, der Lehrer Deutschlands, 1997, DTV.
7. H. Scheible, Melanchthon, eine Biographie, 1997, Beck Verlag.
8. H. Lieberg, Amt und Ordination bei Luther und Melanchthon, 1962, Vandenhoeck & Ruprecht.
9. M. Beyer, St. Rhein, G. Wartenberg, Melanchthon deutsch, 1997, 2 τόμοι, Evangelische Verlagsanstalt, Leipzig.
10. J. Haustein (ed.), Philipp Melanchthon, ein Wegbereiter fuer die Oekumene, Vandenhoeck & Ruprecht.
11. St. Rhein, M. Treu, Melanchthon in Nordeuropa, 1994, Jan Thorbecke.
12. Philipp Melanchthon, Loci Communes, δίγλωσση έκδοση (λατινικα-γερμανικά), Guetersloher/Chr. Kaiser.
13. Ευάγγελος Ζούμας, Jus Sacrum et Jus Publicum, Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας κατά την Αυγουστιαία Ομολογία, Εκδ. Πουρνάρα, Θεσσ/νίκη.
